Ενδογενές σύστημα κανναβινοειδων

Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα αποτελεί ένα ρυθμιστικό σύστημα λιπιδίων αποτελούμενο από:

α) συγκεκριμένους υποδοχείς κανναβινοειδών,

β) τα ενδογενή προσδέματα (τα ενδογενή κανναβινοειδή ή ενδοκανναβινοειδή) και

γ) τα ένζυμα που είναι υπεύθυνα για τη βιοσύνθεση και την απενεργοποίησή τους.

Το ενδογενές κανναβινοειδές σύστημα συμμετέχει στην ενεργειακή ισορροπία, στον μεταβολισμό λιπιδίων και γλυκόζης, στην αντίληψη του πόνου, στη διαδικασία της ανταμοιβής, στη ρύθμιση της κίνησης, στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, και σε γνωστικού τύπου διαδικασίες, όπως η μνήμη και η μάθηση. Ας σημειωθεί ότι η εκτεταμένη παρουσία του συστήματος στα διάφορα όργανα και ιστούς υποδεικνύει τον σημαντικό ρόλο του στη ομοιοστασία διαφόρων φυσιολογικών λειτουργιών.

Έχουν χαρακτηριστεί δύο τύποι υποδοχέων κανναβινοειδών, οι CB1 (Cannabinoid receptor τύπου 1) και οι CB2 (Cannabinoid receptor τύπου 2) χωρίς να αποκλείεται η ύπαρξη και άλλων τύπων υποδοχέων κανναβινοειδών. Οι CB1 υποδοχείς εντοπίζονται κυρίως στον εγκέφαλο, ενώ οι CB2 στην περιφέρεια, στο ανοσοποιητικό σύστημα αλλά και στον εγκέφαλο. Η πυκνότητα των CB1 υποδοχέων στον εγκέφαλο είναι υψηλή, γεγονός που σχετίζεται με την εμπλοκή του συστήματος στη ρύθμιση πολλών φυσιολογικών λειτουργιών, όπως ήδη αναφέρθηκε.

Τα ενδοκανναβινοειδή, οι φυσικοί δηλαδή προσδέτες των υποδοχέων, εκλύονται κατά απαίτηση και περιλαμβάνουν μία οικογένεια εικοσανοειδών, τα οποία ανιχνεύονται στο ΚΝΣ αλλά και στους περιφερικούς ιστούς. Η εκτεταμένη έρευνα τα τελευταία χρόνια του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος μπορεί δυνητικά να συμβάλλει στη θεραπευτική νόσων λόγω της εμπλοκής του σε πολλές φυσιολογικές λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού.

Η ενεργοποίηση του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος φαίνεται να σχετίζεται θετικά με τη σκλήρυνση κατά πλάκας, τον πόνο, τον καρκίνο, το γλαύκωμα. τη μετατραυματική αγχώδη διαταραχή, τη σχιζοφρένεια, διαταραχές του γαστρεντερικού, την όρεξη και την επιληψία. Όμως, η ενεργοποίηση του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος έχει συνδυαστεί αρνητικά με τη γυναικεία υπογονιμότητα, την παχυσαρκία, τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, και τον παραλυτικό ειλεό.

Μέχρι σήμερα έχουν λοιπόν συντεθεί πολλές νέες δραστικές ουσίες με δράση ενισχυτική ή ανασταλτική ως προς το σύστημα των ενδοκανναβινοειδών. Ουσίες που αυξάνουν τη δραστηριότητα του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος είναι πιθανό να χρησιμοποιηθούν ως υπνωτικά, αναλγητικά, αντιεμετικά, αντιεπιληπτικά, ανοσορυθμιστικά, αντιασθματικά και φάρμακα για την αντιμετώπιση της σπαστικότητας

Επίσης, οι θεραπευτικές προοπτικές των κανναβινοειδών μπορεί μελλοντικά να επεκταθούν στη θεραπεία του γλαυκώματος, της οστεοπόρωσης, της σχιζοφρένειας και του φαινομένου του εθισμού και της εξάρτησης.

Είσαι άνω των 18;

Το Site χρησιμοποιεί τα απαραίτητα cookies για την ομαλή λειτουργία του. Με την είσοδο σας συναινείτε  σε αυτό.